εγγίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εγγίζω < αρχαία ελληνική ἐγγίζω < ἐγγύς

εγγίζω

  • προσεγγίζω

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]