εικοσιπέντε
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Αριθμητικό[επεξεργασία]
εικοσιπέντε άκλιτο
- (απόλυτο αριθμητικό) ο αριθμός 25 (είκοσι πέντε) ως μια λέξη
Παράγωγα[επεξεργασία]
Σύνθετα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
εικοσιπέντε
|