ελευθερόστομα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ελευθερόστομα < ελευθερόστομος + -α
Επίρρημα
[επεξεργασία]ελευθερόστομα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] ελευθερόστομα
|