εν χορδαίς και οργάνοις
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- εν χορδαίς και οργάνοις < από τους Ψαλμούς, 150.4, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ < ἐν, χορδαῖς, ὀργάνοις (δοτική πληθυντικού του χορδή και του ὄργανον. → δείτε τις λέξεις εν, χορδή και όργανο
Έκφραση
[επεξεργασία]εν χορδαίς και οργάνοις
- (λόγιο) με επαίνους και μεγάλο ενθουσιασμό, με πανηγυρισμούς
Άλλες γραφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εν χορδαίς και οργάνοις
|