εξαραβισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εξαραβισμός οι εξαραβισμοί
      γενική του εξαραβισμού των εξαραβισμών
    αιτιατική τον εξαραβισμό τους εξαραβισμούς
     κλητική εξαραβισμέ εξαραβισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
εξαραβισμός < εξαραβίζω + -μός

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /e.ksa.ɾa.viˈzmos/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐ξα‐ρα‐βι‐σμός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

εξαραβισμός αρσενικό

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]
  • εξαραβισμός - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)