εξωσυζυγικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]εξωσυζυγικά < εξωσυζυγικός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]εξωσυζυγικά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εξωσυζυγικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]εξωσυζυγικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εξωσυζυγικό