επιβαρύνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /e.pi.vaˈɾi.no.me/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ε‐πι‐βα‐ρύ‐νο‐μαι

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

επιβαρύνομαι