εφιαλτικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]εφιαλτικά < εφιαλτικός + -ά
Επίρρημα
[επεξεργασία]εφιαλτικά
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] εφιαλτικά
|
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]εφιαλτικά
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εφιαλτικό