ηλιοροφή
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
ηλιοροφ
ή
οι
ηλιοροφ
ές
γενική
της
ηλιοροφ
ής
των
ηλιοροφ
ών
αιτιατική
την
ηλιοροφ
ή
τις
ηλιοροφ
ές
κλητική
ηλιοροφ
ή
ηλιοροφ
ές
Κατηγορία
όπως «
ψυχή
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
αυτοκίνητο με
ηλιοροφή
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
ηλιοροφή
<
ήλιος
+
οροφή
Προφορά
[
επεξεργασία
]
ΔΦΑ
: /
i.li.o.ɾoˈfi
/
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
ηλιοροφή
θηλυκό
άνοιγμα
στη μεταλλική
οροφή
αυτοκινήτου που κλείνει με
τζάμι
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
ηλιοροφή
αγγλικά
:
sunroof
(en)
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ψυχή' (νέα ελληνικά)
Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Download QR code
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Polski