η-μέιλ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- η-μέιλ (νεολογισμός) < (άμεσο δάνειο) αγγλική e-mail με διατήρηση του ήτα (ηλεκτρονικός)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
η-μέιλ ουδέτερο άκλιτο
- (πληροφορική), άλλη μορφή του ημέιλ → δείτε τη λέξη ιμέιλ
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
η-μέιλ
|
Κατηγορίες:
- Νεολογισμοί (νέα ελληνικά)
- Δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Πληροφορική (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)