θάψινος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
θάψινος < Θάψος
Επίθετο[επεξεργασία]
θάψινος, η, ο
- κίτρινος, στην απόχρωση της θάψου, ένα ωχρο κίτρινο
θάψινος < Θάψος
θάψινος, η, ο