θαλάσσιο θηλαστικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
θαλάσσιο θηλαστικό
- (ζωολογία) θηλαστικό που ζει πλήρως ή μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στο νερό, όπως το δελφίνι, η φώκια, η φάλαινα, κάποιο από τα σειρηνοειδή, τις θαλάσσιες ενυδρίδες και η πολική αρκούδα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
θαλάσσιο θηλαστικό