κάνω το κομμάτι μου
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
κάνω το κομμάτι μου
- κάνω επίδειξη ικανοτήτων, πλούτου κ.λπ
Συνώνυμα[επεξεργασία]
- κάνω φιγούρα
κάνω το κομμάτι μου