καληνωρίζω

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καληνωρίζω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καληνωρίζω

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ka.li.noˈɾi.zo/
τυπογραφικός συλλαβισμός: κα‐λη‐νω‐ρί‐ζω

καληνωρίζω, παθ.φωνή: καληνωρίζομαι

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις καλός και ώρα

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καληνωρίζω < έκφραση καλήν ὥραν (καλή ώρα)
ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ποντιακά: καληνωρίζω
νέα ελληνικά: καληνωρίζω (ιδιωματικό)

καληνωρίζω

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ και δείτε τις λέξεις καλός και ὥρα



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
καληνωρίζω < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική καληνωρίζω

καληνωρίζω

Συγγενικά

[επεξεργασία]