κανονιέρης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κανονιέρης < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κανονιέρης αρσενικό
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κανονιέρης
|