κιοφτέρι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το κιοφτέρι τα κιοφτέρια
      γενική του κιοφτεριού των κιοφτεριών
    αιτιατική το κιοφτέρι τα κιοφτέρια
     κλητική κιοφτέρι κιοφτέρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
κιοφτέρι < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

κιοφτέρι ουδέτερο, συχνά στον πληθυντικό: κιοφτέρια

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]