κολοκοτή
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Κυπριακά (el-cyp)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- κολοκοτή < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
κολοκοτή θηλυκό
- πίτα με γέμιση κολοκύθας, κολοκυθόπιτα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
κολοκοτή
|