λέχος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- λέχος < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *legʰ- (κείμαι)· συγγενές με τo (λατινικά) lectus
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
λέχος ουδέτερο
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- Henry Liddell - Robert Scott, A Greek English Lexicon, 7th Edition, 1883, σελίδα 888