λεγόμενος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||||
---|---|---|---|---|---|---|
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | ο | λεγόμενος | η | λεγόμενη | το | λεγόμενο |
γενική | του | λεγόμενου | της | λεγόμενης | του | λεγόμενου |
αιτιατική | τον | λεγόμενο | τη | λεγόμενη | το | λεγόμενο |
κλητική | λεγόμενε | λεγόμενη | λεγόμενο | |||
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||||
γένη → | αρσενικό | θηλυκό | ουδέτερο | |||
ονομαστική | οι | λεγόμενοι | οι | λεγόμενες | τα | λεγόμενα |
γενική | των | λεγόμενων | των | λεγόμενων | των | λεγόμενων |
αιτιατική | τους | λεγόμενους | τις | λεγόμενες | τα | λεγόμενα |
κλητική | λεγόμενοι | λεγόμενες | λεγόμενα | |||
Για λόγιους τύπους, δείτε την αρχαία κλίση λεγόμενος. | ||||||
ομάδα 'εισαγόμενος', Κατηγορία όπως «εισαγόμενος» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /leˈɣo.me.nos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : λε‐γό‐με‐νος
Μετοχή
[επεξεργασία]λεγόμενος, -η, -ο
- που λέγεται κάπως, γνωστός με κάποια ονομασία
- ↪ Πρόβλημα παρατηρείται στη στελέχωση των λεγόμενων αγροτικών ιατρείων.
- ↪ Ξ λεγόμενη «κακή χοληστερίνη» βασανίζει πολλούς σήμερα.
- ≈ συνώνυμα: επονομαζόμενος, ονομαζόμενος
- που υποτίθεται ότι έχει κάποια ιδιότητα, υποτιθέμενος
- ↪ Τελικά, η λεγόμενη «ταχύρρυθμη εκμάθηση» αποδείχτηκε εξαιρετικά αργή.
- ≈ συνώνυμα: υποτιθέμενος, θεωρούμενος, δήθεν
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Παράγωγα
[επεξεργασία]- λεγόμενα (ουδέτερο πληθυντικός)
Εκφράσεις
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]→ και δείτε τη λέξη λέω / λέγω
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- λεγόμενος, λεγόμενα - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- λέω, λεγόμενος - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Μετοχή
[επεξεργασία]λεγόμενος-η, -ον
- μετοχή μεσοπαθητικού ενεστώτα (λέγομαι) του ρήματος λέγω
Παράγωγα
[επεξεργασία]- λεγόμενον (ουδέτερο)
Κατηγορίες:
- Μετοχές που κλίνονται όπως η ομάδα 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'εισαγόμενος' (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Μετοχές (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Μετοχές παθητικού ενεστώτα (νέα ελληνικά)
- Μετοχές με κλίση όπως το 'λυόμενος' (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές 2ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές που κλίνονται όπως το 'λυόμενος' (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Μετοχές (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Μετοχές μεσοπαθητικού ενεστώτα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Ξενοφώντα (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)