μαλακτικό

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μαλακτικό τα μαλακτικά
      γενική του μαλακτικού των μαλακτικών
    αιτιατική το μαλακτικό τα μαλακτικά
     κλητική μαλακτικό μαλακτικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μαλακτικό < ουσιαστικοποιημένο ουδέτρο του επιθέτου μαλακτικός

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μαλακτικό ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

μαλακτικό