μαρσπιέ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
μαρσπιέ < γαλλική marchepied < marche + pied

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

μαρσπιέ ουδέτερο άκλιτο

Άλλες μορφές

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]