μπρετέλα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μπρετέλα | οι | μπρετέλες |
γενική | της | μπρετέλας | των | (μπρετελών) |
αιτιατική | την | μπρετέλα | τις | μπρετέλες |
κλητική | μπρετέλα | μπρετέλες | ||
Κατηγορία όπως «νότα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]μπρετέλα θηλυκό
- η τιράντα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] μπρετέλα
→ δείτε τη λέξη τιράντα |