μπρισιμιτζής
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- μπρισιμιτζής < οθωμανική τουρκική ابرشیمجی (μεταξάς), στην τουρκική γλώσσα ibrişimci[1]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μπρισιμιτζής αρσενικό
- (ιδιωματικό, παρωχημένο, επάγγελμα) εργάτης επεξεργασίας ινών μεταξιού[2]
Συγγενικά[επεξεργασία]
επώνυμα:
- → δείτε και Μεταξάς
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μπρισιμιτζής
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Βλ. Μανόλης Τριανταφυλλίδης (²1995), Τα οικογενειακά μας ονόματα, επιμέλεια: Ε.Σ. Στάθης. Θεσσαλονίκη: Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη). ISBN 960‑231‑010‑3. 1η έκδοση, μεταθανάτια: 1982, σελ. 42.
- ↑ λήμμα μπρισιμιτζής, Nikolaos Kontopoulos, Dictionnaire grec-français, enrichi d'une variété de termes techniques et scientifiques, Αθήνα, Βιβλιοπωλείο Π.Δ. Σακκελαρίου, 1889, σελ. 586 [1]
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'μπαλωματής' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα οθωμανικά τουρκικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ιδιωματικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Επαγγέλματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)