νιτρορρύπανση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η νιτρορρύπανση οι νιτρορρυπάνσεις
      γενική της νιτρορρύπανσης των νιτρορρυπάνσεων
    αιτιατική τη νιτρορρύπανση τις νιτρορρυπάνσεις
     κλητική νιτρορρύπανση νιτρορρυπάνσεις
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις.
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νιτρορρύπανση: Δείτε νιτρορύπανση

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νιτρορρύπανση θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]