ντεμακιγιάζ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ντεμακιγιάζ < (λόγιο δάνειο) γαλλική démaquillage[1]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ντεμακιγιάζ ουδέτερο άκλιτο

οι κανόνες του ντεμακιγιάζ
η τέχνη του ντεμακιγιάζ
λοσιόν για ντεμακιγιάζ

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]