ντερεμπέης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- ντερεμπέης < ντερέμπεης < τουρκική derebeyi, με προφορά ντερέ (τουρκική dere) + μπέης (τουρκική bey)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ντερεμπέης αρσενικό
- (ιστορία, Τουρκοκρατία) άλλη προφορά του ντερέμπεης
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
ντερεμπέης
|