ξενοφιλία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξενοφιλία οι ξενοφιλίες
      γενική της ξενοφιλίας των ξενοφιλιών
    αιτιατική την ξενοφιλία τις ξενοφιλίες
     κλητική ξενοφιλία ξενοφιλίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξενοφιλία < λόγιο ενδογενές δάνειο: μεταφραστικό δάνειο από την αγγλική xenofilia < xeno- + -philia ξενο- + -φιλία[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /kse.no.fiˈli.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ξε‐νο‐φι‐λί‐α

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ξενοφιλία θηλυκό

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Αναφορές

[επεξεργασία]
  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.  (Αʹ έκδοση: 1998)