ξυλογραφώ

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ξυλογραφώ < ουσιαστικό ξυλογραφία

ξυλογραφώ

  1. χαράσσω σχέδιο πάνω σε ξύλο με σκοπό την εκτύπωσή του σε χαρτί
  2. αναπαράγω μια εικόνα με την τεχνική της ξυλογραφίας

Συγγενικά

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]