πέφτω κάτω από τα γέλια

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Έκφραση

[επεξεργασία]

πέφτω κάτω από τα γέλια (el)

  • γελάω θορυβωδώς/φωναχτά και σε μεγάλη διάρκεια και βιώνω συναισθηματικά έντονα/χαρούμενα την αιτία του γέλιου

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

πέφτω κάτω από τα γέλια (el) κατουριέμαι από τα γέλια (el)

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]