παλαιοτουρκικά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | παλαιοτουρκικά | ||
γενική | των | παλαιοτουρκικών | ||
αιτιατική | τα | παλαιοτουρκικά | ||
κλητική | παλαιοτουρκικά | |||
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
παλαιοτουρκικά ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- (γλώσσα) άλλη μορφή του παλαιά τουρκικά