παύω τά τείχη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
παύω τὰ τείχη < → δείτε τις λέξεις παύω, τά, τείχη και τεῖχος

Έκφραση

[επεξεργασία]

παύω τὰ τείχη (ελληνιστική κοινή)

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]