περίτεχνος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /peˈɾi.te.xnos/ αρσενικό
- ΔΦΑ : /peˈɾi.te.xni/ θηλυκό
- ΔΦΑ : /peˈɾi.te.xno/ ουδέτερο
Επίθετο[επεξεργασία]
περίτεχνος, -η, -ο
- περίτεχνο κόσμημα
Συνώνυμα[επεξεργασία]
Αντώνυμα[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
περίτεχνος
|