πηδῶ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
πηδῶ
- (καθαρεύουσα) πολυτονική γραφή της λέξης πηδώ, συνηρημένη μορφή του πηδάω
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
πηδῶ