πλάττω
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πλάττω < αρχαία ελληνική πλάττω
Ρήμα[επεξεργασία]
πλάττω
- άλλη μορφή του πλάθω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πλάττω
|
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
πλάττω
- αττικός τύπος του πλάσσω