πολυφημία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυφημία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή πολυφημία < αρχαία ελληνική πολύφημος → δείτε πολυ-, φήμη
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /po.li.fiˈmi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πο‐λυ‐φη‐μί‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυφημία θηλυκό
- μεγάλη φήμη (καλή ή κακή)
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις πολύς και φήμη
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πολυφημία
|
Πηγές[επεξεργασία]
- πολύφημος (& πολυφημία) - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση) δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός | ||||||||
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | πολυφημίᾱ | αἱ | πολυφημίαι | ||||
γενική | τῆς | πολυφημίᾱς | τῶν | πολυφημιῶν | ||||
δοτική | τῇ | πολυφημίᾳ | ταῖς | πολυφημίαις | ||||
αιτιατική | τὴν | πολυφημίᾱν | τὰς | πολυφημίᾱς | ||||
κλητική ὦ! | πολυφημίᾱ | πολυφημίαι | ||||||
δυϊκός | ||||||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πολυφημίᾱ | ||||||
γεν-δοτ | τοῖν | πολυφημίαιν | ||||||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πολυφημία' (ελληνιστική κοινή) < αρχαία ελληνική πολύφημ(ος) + -ία. Μορφολογικά αναλύεται σε πολυ- + φημ- (φήμη, φημί)
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πολυφημία θηλυκό (ελληνιστική κοινή)
Πηγές[επεξεργασία]
- πολυφημία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα πολυ- (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά με αρχαίες κλίσεις (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'χώρα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά θηλυκά (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις παροξύτονες (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με επίθημα -ία (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με πρόθημα πολυ- (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)