πορτ μπεμπέ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πορτ μπεμπέ < (λόγιο δάνειο) γαλλική porte-bébé[1]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πορτ μπεμπέ ουδέτερο άκλιτο
- το καλαθάκι μέσα στο οποίο τοποθετείται ένα νεογέννητο για να μεταφερθεί, π.χ. από το μαιευτήριο στο σπίτι
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πορτ μπεμπέ
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ πορτμπεμπέ - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας