προλογικώς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

προλογικώς < προλογικ(ός) + -ώς

Επίρρημα[επεξεργασία]

προλογικώς[1]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. προλογικώς - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)