προμεσημβρινός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- προμεσημβρινός < προ + μεσημβρινός < αρχαία ελληνική μεσημβρινός < μέσος + ἡμέρα
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]προμεσημβρινός, -ή, -ό
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- προμεσημβρινά
- → δείτε τις λέξεις προ, μεσημβρία, μέσος και ημέρα
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] προμεσημβρινός