προοικονομία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾo.i.ko.noˈmi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : προ‐οι‐κο‐νο‐μί‐α
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
προοικονομία θηλυκό
- η γνώση εκ των προτέρων προγραμματισμένων μελλοντικών γεγονότων, η πρόβλεψη
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προοικονομία
|
Πηγές[επεξεργασία]
- προοικονομία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας