προτελευταίος
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- προτελευταίος < προ- + τελευταίος
Επίθετο[επεξεργασία]
προτελευταίος
- που βρίσκεται πριν από τον τελευταίο
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τις λέξεις προ και τελευταίος
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
προτελευταίος
|