σάρκα και οστά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
σάρκα και οστά, (λόγιο): σάρκα καί ὀστᾶ
- που λέγεται σε υλοποίηση μιας σκέψης, ενός σχεδίου, ή πραγματοποίηση ενός ονείρου
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σάρκα και οστά
|