σκάι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | σκάι | τα | σκάγια |
γενική | του | σκαγιού | των | σκαγιών |
αιτιατική | το | σκάι | τα | σκάγια |
κλητική | σκάι | σκάγια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τσάι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σκάι < σκάγι
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
σκάι ουδέτερο