σποράδην
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σποράδην < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική σποράδην < σπορ(ά) + -άδην
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /spoˈɾa.ðin/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σπο‐ρά‐δην
Επίρρημα[επεξεργασία]
σποράδην
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις σπορά και σπέρνω
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σποράδην
→ δείτε τη λέξη σποραδικά |
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίρρημα[επεξεργασία]
σποράδην
Συγγενικά[επεξεργασία]
→ και δείτε τις λέξεις σπορά και σπείρω
Πηγές[επεξεργασία]
- σποράδην - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- σποράδην - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -άδην (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -άδην (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επιρρήματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)