στρουκτούρα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- στρουκτούρα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]στρουκτούρα θηλυκό
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] στρουκτούρα
|