συμφωνικός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συμφωνικός < → λείπει η ετυμολογία
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /siɱ.fo.niˈkos/
Επίθετο[επεξεργασία]
συμφωνικός, -ή, -ό
- που αναφέρεται στα σύμφωνα
- τα συμφωνικά συμπλέγματα τζ και τσ ...
- που αναφέρεται στην κλασική μουσική που εκτελείται από μεγάλα ορχηστρικά σύνολα
- συμφωνική μουσική, συμφωνική ορχήστρα