συνάγχη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|---|
σῠνᾰγχα- | |||||
ονομαστική | ἡ | συνάγχη | αἱ | συνάγχαι | |
γενική | τῆς | συνάγχης | τῶν | συναγχῶν | |
δοτική | τῇ | συνάγχῃ | ταῖς | συνάγχαις | |
αιτιατική | τὴν | συνάγχην | τὰς | συνάγχᾱς | |
κλητική ὦ! | συνάγχη | συνάγχαι | |||
δυϊκός | |||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | συνάγχᾱ | |||
γεν-δοτ | τοῖν | συνάγχαιν | |||
Το φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ. Η προσωδία της παραλήγουσας από τον μαρτυρημένο πληθυντικό συνάγχαι. | |||||
1η κλίση, ομάδα 'γνώμη', Κατηγορία 'δίκη' όπως «βελόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- συνάγχη (ελληνιστική κοινή) < συν- + -άγχη < αρχαία ελληνική ἄγχω [1]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
συνάγχη θηλυκό (ελληνιστική κοινή)
- (ιατρική) είδος φλεγμονής στο λαιμό
- ※ 2ος αιώνας κε ⌘ Γαληνός:
- In Hippocratis Prognosticum,, 8.6. @scaife.perseus
- Τρίτην ταύτην διαφορὰν ἑρμηνεύει κυνάγχης, ἣν ἔνιοι διὰ τοῦ σ γράμματος ὀνομάζουσι συνάγχην, οὐ διὰ τοῦ κ κυνάγχην. ἐφ’ ᾗ γὰρ ἰσχυρῶς μὲν πνίγονται, φαίνεται δ’ οὐδὲν οὔτε φλεγμονῶδες οὔτ’ ἐρυσιπελατῶδες ἤτοι κατὰ τὸν τράχηλον ἢ τὴν φάρυγγα, κυνάγχην διὰ τοῦ κ τὴν τοιαύτην διάθεσιν ὀνομάζουσιν. ἀλλ’ ὅπερ ἀεὶ λέγω φαίνεται καὶ ὁ Ἱπποκράτης ποιῶν, οὐ μικρολογούμενος ἐν ὀνόμασιν, ὡς δ’ ἂν ἐπέλθοι καλῶν. ἀμέλει καὶ γέγραπται κατά τινα τῶν παλαιῶν ἀντιγράφων ἡ ἀρχὴ τῆς ῥήσεως διὰ τοῦ σ γράμματος, αἱ δὲ συνάγχαι, ᾧ καὶ δῆλον ὡς οὐδὲν ὠφελεῖ τὸ περὶ τοῦ κ καὶ σ διαφέρεσθαι, καθάπερ οἱ νεώτεροι πράττουσι τῶν ἰατρῶν.
- De placitis Hippocratis et Platonis, 8.6 @scaife.perseus
- τοῦ δὲ φθινοπώρου καὶ τῶν θερινῶν τὰ πολλὰ, καὶ πυρετοὶ τεταρταῖοι, καὶ πλάνητες, καὶ σπλῆνες, ὕδρωπες, φθίσιες, καὶ στραγγουρίαι, καὶ λειεντερίαι, καὶ δυσεντερίαι, καὶ συνάγχαι, καὶ ἄσθματα, καὶ εἰλεοὶ, καὶ ἐπιληψίαι, καὶ τὰ μανικὰ, καὶ τὰ μελαγχολικά
- In Hippocratis Prognosticum,, 8.6. @scaife.perseus
- ※ 2ος αιώνας κε ⌘ Γαληνός:
Συγγενικά[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ «συνάχι» - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Πηγές[επεξεργασία]
- συνάγχη - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'γνώμη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'δίκη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'δίκη' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με πρόθημα συν- (ελληνιστική κοινή)
- Λέξεις με επίθημα -άγχη (ελληνιστική κοινή)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Παραγωγή λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (ελληνιστική κοινή)
- Ελληνιστική κοινή
- Ουσιαστικά (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Ιατρική (ελληνιστική κοινή)
- Λήμματα με παραθέματα από ιατρικά κείμενα (ελληνιστική κοινή)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)