τάγματα ασφαλείας
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος πολυλεκτικού όρου[επεξεργασία]
τάγματα ασφαλείας ουδέτερο
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του τάγμα ασφαλείας