ταψί

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ταψί τα ταψιά
      γενική του ταψιού των ταψιών
    αιτιατική το ταψί τα ταψιά
     κλητική ταψί ταψιά
Οι καταλήξεις -ιού, -ιά, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδί» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ταψί < (κληρονομημένο) μεσαιωνική ελληνική ταψί < (άμεσο δάνειο) οθωμανική τουρκική تپسی (tepsi, δίσκος)[1]

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

Ένα ταψί

ταψί ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ταψίΧαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών.  (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)