τζαμπατζού

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η τζαμπατζού οι τζαμπατζούδες
      γενική της τζαμπατζούς των τζαμπατζούδων
    αιτιατική την τζαμπατζού τις τζαμπατζούδες
     κλητική τζαμπατζού τζαμπατζούδες
Κατηγορία όπως «αλεπού» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τζαμπατζού < τζαμπατζ(ής) + κατάληξη θηλυκού -ού

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /d͡za.baˈd͡zu/
τυπογραφικός συλλαβισμός: τζα‐μπα‐τζού

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τζαμπατζού θηλυκό

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε τζαμπατζής