τζεμαέτι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: ζεαμέτι, ζιαμέτι
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το τζεμαέτι τα τζεμαέτια
      γενική του τζεμαετιού των τζεμαετιών
    αιτιατική το τζεμαέτι τα τζεμαέτια
     κλητική τζεμαέτι τζεμαέτια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
τζεμαέτι < τουρκική cemaat (κοινότητα, λαός, πλήθος, συνάθροιση) < αραβική جماعة (jamāʿa) (κοινότητα, λαός, πλήθος, συνάθροιση) < ρίζα ج م ع‎ (j-m-ʿ)

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

τζεμαέτι ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]